Επειδή δεν μπορώ να ευχηθώ με τον παραδοσιακό τρόπο επέλεξα τουλάχιστον να τον θυμηθώ….! Και για λογαριασμό των φίλων μου!

Στις «γιορτινές» αυτές ημέρες, προσπάθησα να καταλάβω την μεταβίβαση του άμεσου ανθρώπινου, οικογενειακού και κοινοτικού περιβάλλοντος του παραδοσιακού κλίματος γιορτών στο δικό μας σύγχρονο, το τυπικό και έμμεσο.
Το σημερινό γιορτινό κλίμα είναι αλήθεια περισσότερο λαμπερό, θορυβώδες, καταναλωτικό! Αλλά με την μανία να σκοτώνει την παράδοση. Η ηλεκτρονική κυριαρχία και εξωστρέφεια οδήγησε στην τυπικότητα των ευχών, στην εικονικότητα του κοινοτισμού, στην αδιαφορία για το συγκεκριμένο, το ανθρώπινο, το οικείο….στην υπερκόπωση της αυτοδιαφήμησης και αυτοπροβολής! Είναι το άχαρο ρούχο που φορέσαμε στην παράδοση!
Έτσι οι γιορτές μας από γεγονός αφοσιωμένο στην τόνωση του οικογενειακού και κοινοτικού γίγνεσθαι για την προμήνυα καλών οιωνών για το μέλλον, εξελίχτηκαν σε γεγονός που τρέπει στην δραπέτευση από την κοινωνική ρουτίνα μέσω της αφανούς ρουτίνας της ηλεκτρονικής υφής.
Αυτή η σκέψη με οδήγησε στην παλιά καλή μας παράδοση. Στο αναμμένο τζάκι όλο το δεκαπενθήμερο, στην εκδίωξη των κακών πνευμάτων, στη δοκιμασία της τύχης, στα φτωχά αλλά πλούσια οικογενειακά τραπέζια…. Τη χαρά της επικοινωνίας με το απόμακρο περιβάλλον, (το εξωτερικό) αναλάβαν οι κάρτες και τα επιλεγμένα και περιποιημένα ευχετήρια κείμενα!
Στις 31 Δεκέμβρη, παραμονές Αι Βασιλειού, από πολύ νωρίς μέχρι τα μεσάνυχτα, τρώγαμε και πίναμε, δικές μας, παραδοσιακές τροφές και ποτά, σε ατμόσφαιρα γέλιου, αστείων, τραγουδιών και παιχνιδιών. Μετά αφήναμε το τραπέζι μας και σε παρέες, τουλάχιστον δύο ατόμων, αρχίζαμε το γύρο των επισκέψεων σε κοντινούς, φίλους, συγχωριανούς . (Υπήρχε και η παράδοση της δοκιμής της τύχης με τα πεζοχάρτια) Και το ταξίδι αυτό ευχών και ανοίγματος των σπιτιών στους φίλους από τους φίλους, συνεχίζονταν μέχρι την επόμενη μέρα το βράδυ (αφού μεσολαβούσε το έθιμο της βασιλόπιτας ξανά σε κάθε σπίτι).
Το βράδυ της πρωτοχρονιάς ήταν αφιερωμένο στο κοινοτικό γλέντι. Η ευφράδεια του ποτού, τα καλά ρούχα, οι ευχές και οι χαρούμενες φωνές δημιουργούσαν μια ανεπανάληπτη γιορτινή ατμόσφαιρα. Οι χοροί είχαν τη δική τους χάρη. Οι άνδρες από κάθε οικογένεια ή σόγια θα έπαιρναν χορό, όπου μετά από τα δικά τους λεβέντικα σκέρτσα, έβγαζαν στην κορυφή τη γυναίκα, την αδερφή, την ξαδέρφη, την αρραβώνα τους. Είχαν προτεραιότητα οι νεόνυμφες, οι αρραβωνιασμένες, τα κορίτσια που προορίζονταν για γάμο. (Τότε η ευχή και στο γάμο του/της … είχε την τιμητική)
Τα γλυκοκοιτάγματα αγοριών και κορασιών, το ακούμπημα του χεριού ενός κοριτσιού και η κοκκινάδα του, το ψάξιμο των μεγαλύτερων προς αναζήτηση νύφης ή γαμπρού για τα τέκνα τους και τα κουτσομπολιά που ακολουθούσαν… ήταν τόσο φυσικά, τόσο ζωντανά, αγαπητά και θερμά, αλλά και τόσο μακριά από το σημερινό σύγχρονο περιβάλλον ηλεκτρονικής επικοινωνίας και κοινωνίας!!!




